Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013

Ο Δρόμος



Μόνος
Καταμεσής του δρόμου
Ομίχλη
Παντού τριγύρω
Αποπνικτικά μόνος
τρομακτικά επικίνδυνος
Ξάφνου βήματα
τεμπέλικα...
Κάποιος έσερνε τα ποδάρια του
πλησίαζε απο μακρυά.
Δεν τον έβλεπα...
η ομίχλη παχιά
Δυνάμωνε ο ήχος
Η σιλουέτα του άρχισε να αχνοφαίνεται
πλησίαζε...
Σαν πλησίασε αρκετά ώσπου μπορούσα να τον διακρίνω καλά
είδα κάτι τρομακτικό.
Δεν έσερνε τα ποδάρια του.
Έσερνε τον ίδιο του τον εαυτό.
Κουρασμένος από τον δρόμο
Σα να του έλεγε "λίγο ακόμα"
"Βάστα λίγο ακόμα"

Με προσπέρασε...

Σταμάτησα να κοιτώ το οδόστρωμα
Σήκωσα λίγο το κεφάλι μου
"Ποιο το νόημα;" σκέφτηκα...
Η ομίχλη τόσο βαριά είχε πέσει
που δεν έβλεπα τίποτα πέρα από το βήμα μου.
Έμεινα να χαζεύω τα φώτα
Τα κίτρινα φώτα του δρόμου
Θαμπά μέσα από την ομίχλη
Τα κίτρινα φώτα έγιναν άσπρα
και μετά ξανά κίτρινα.
Έστριψα στο στενό για να πάω σπίτι μου.
Τα βήματα μου άρχισαν να αποκτούν αντίλαλο.
Σαν κάποιος να προχωρούσε από πίσω μου
Γυρνάω πίσω μου τρομαγμένος.
Κανείς.






Μόνο η σκιά μου
Πιστή δεκαεννιά χρόνια.
Με τυφλή εμπιστοσύνη στις επιλογές μου
Μόνο η σκιά μου
Έχωσα τα χέρια μου βαθιά στις τσέπες
Και συνέχισα τον δρόμο μου
Αυτή την φορά σιγοψιθυρίζοντας








"Δεν κοπάζει δεν σβήνει
στη καρδιά μου η φωτιά
που με τρώει και με ρίχνει
απ' την Εδέμ στο πουθενά
Οι αιώνες ρωτάνε
πόσο ακόμα Θα αντέξω
Να τρικλίζω εκεί έξω
Ξυπόλυτος μόνος
Και γω ψιθυρίζω
δικιά μου η χαρά
δικό μου το αίμα
δικός μου κι ο τρόμος
Δεν είμαι μόνος
Δεν είμαι ο μόνος
Όλα είναι δρόμος
Η φωτιά η γιορτή η απώλεια ο πόνος
Ο κάθε μικρός θάνατος
κι ο μεγάλος ο ατέλειωτος κόσμος
Όλα είναι δρόμος."




Κόντευα να φτάσω...
"Έτσι άδοξα θα τελείωνε η μέρα;"
Έφτασα στην καγκελόπορτα
Κοντοστάθηκα...
"Χρόνια μου Πολλά"
Και σβήσανε τα φώτα του δρόμου
σαν τα κεράκια μιας εορταστικής τούρτας...
Και η χαραυγή έφερε μαζί της μια νέα μέρα



Ανέβηκα στο διαμέρισμά μου
Μικρό και μουντό όπως ήταν πάντα
Ξάπλωσα όπως ήμουν
που κουράγιο για να αλλάξω;
Και πριν με πάρει ο ύπνος
 έπιασα τον εαυτό μου να λέει:
"Λίγο ακόμα..." 
"Βάστα λίγο ακόμα"