Τρίτη 17 Ιουνίου 2014

Το βιβλίο, το μπουκάλι και τα σύννεφα


Η ζωή ανέκαθεν ήταν παράξενη. Όσο παράξενα φαινόντουσαν στον παππού μου τα μεγάλα ογκώδη σύννεφα, που απλά στεκόντουσαν από πάνω μας. Δες τα! Πώς δε πέφτουν πάνω μας να μας πλακώσουν, μου είπε. Δε μπορούσα να καταλάβω τι εννοούσε. Μου είχε χαλάσει το καλοκαιρινό μου μπάνιο. Εκείνη την μέρα ούτε το μικρό μου δακτυλάκι δεν ακούμπησε το νερό. Προσπαθούσα όλη μέρα να καταλάβω τι εννοούσε. Ήταν κάτι συγκεκριμένο; Ή μήπως κάτι στοχαστικό; Μήπως με κορόιδευε;


Η ζωή λοιπόν ήταν παράξενη. Ακόμα είναι. Όταν ήμουν μικρός είχα βρει έναν τρόπο να τη συμμαζέψω. Την χώρισα στα δύο. Το ένα κομμάτι της ήταν σαν το βιβλίο που μόλις έχεις τελειώσει και το ακουμπάς στη βιβλιοθήκη στη μεριά με τα βιβλία που έχεις διαβάσει. Με ένα χαμόγελο ξέροντας ότι δε θα χρειαστεί να το διαβάσεις ξανά, γιατί σε άρεσε τόσο πολύ που θα το θυμάσαι για πολύ καιρό ακόμα. Και το άλλο κομμάτι είναι σαν το μπουκάλι με το αναψυκτικό που γράφει "ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΜΕΡΟΣ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑΣ ΔΕ ΠΩΛΕΙΤΕ ΞΕΧΩΡΙΣΤΑ" μα παρόλα αυτά στο πουλάνε. Ανέκαθεν με θύμωνε και με τσάντιζε αυτό το πράγμα.

Είναι λοιπόν παράξενη αλλά την χωρίζεις σε μέρη, όπως κάναμε παιδιά με τα φαγητά που δε μας άρεσαν. Θα φάω αυτή τη μεριά και την άλλη θα την αφήσω, εντάξει μαμά; Αλλά τα σύννεφα; Με κορόιδευε; Ή όντως ήταν τόσο στοχαστικό όσο ακούγονταν;

Τελικά μεγάλωσα. Πλέον τη χωρίζω σε τρία μέρη. Στο βιβλίο, στο μπουκάλι και στα σύννεφα.
Η ικανοποίηση και η χαρά που σου δίνει ένα τελειωμένο βιβλίο. Η τσαντίλα και ο θυμός όταν ανακαλύπτεις ότι σε εξαπάτησαν όταν αγοράζεις αναψυκτικό. Και τα πράγματα που μπορεί να μη καταλάβεις ποτέ πως λειτουργούν και καλό είναι απλά να τα αφήνεις και μη τα σκαλίζεις γιατί μπορούν να σου φάνε όλη τη ζωή. Και το ποιο πιθανόν η απάντηση να μην είναι άξια της προσμονής και της ταλαιπωρίας.

Έτσι έκανα και με τα σύννεφα του παππού μου. Τα άφησα.